ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ

Το ελαιόλαδο αποτελεί βασικό στοιχείο της μεσογειακής διατροφής και θεωρείται προϊόν υγιεινής διατροφής λόγω της περιεκτικότητάς του σε μονοακόρεστα λιπαρά. Είναι το έλαιο των καρπών της ελιάς. Εξάγεται με έκθλιψη των ελιών, οι οποίες πρέπει να συλλέγονται πριν από την τελική τους ωρίμανση, όταν δηλαδή έχουν χρώμα πράσινο-μελιτζανί, καθώς η ποιότητα του λαδιού τους είναι πολύ καλύτερη από αυτήν του λαδιού που εξάγεται από τους τελείως ώριμους καρπούς.

Βασικότερες ποικιλίες ελιών στην Κρήτη

Κορωνέικη:
Η Κορωνέικη ποικιλία ελιάς, γνωστή και με πολλές άλλες ονομασίες, όπως Κρητικιά, Κορωνιά, Κορώνι, Λαδολιά, Λιανολιά, Ψιλολιά και Βάτσικη, Ασπρολιά,. Είναι μια ιδιαίτερη σημαντική ποικιλία, καθώς είναι πολύ παραγωγική και ανθεκτική στις ξηρές και θερμές περιοχές της χώρας μας. Οι απαιτήσεις της σε έδαφος, υγρασία και καλλιεργητικές φροντίδες είναι σχετικά μικρές .
Η συγκεκριμένη ποικιλία έχει σταθερή καρποφορία και σχετικά υψηλή απόδοση, η οποία κυμαίνεται από 30 έως 100 κιλά καρπού ανά δέντρο, ενώ μπορεί να φτάσει και τα 150 κιλά καρπού ανά δέντρο σε ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες. Το λάδι της Κορωνέικης ποικιλίας είναι εκλεκτό με άριστο άρωμα και εξαιρετική γεύση. Το κύριο μειονέκτημά της είναι το μικρό μέγεθος του καρπού το οποίο δυσκολεύει τη μηχανική συγκομιδή.

Τσουνάτη:
Η Τσουνάτη είναι γνωστή και με τα ονόματα Ματσολιά, Μαστολιά, Μουρατολιά και Μαστοειδής.. Θεωρείται ποικιλία ανθεκτική στο ψύχος και μπορεί να καλλιεργηθεί σε υψόμετρο μέχρι 1000 μέτρων. Προτιμά τα ασβεστούχα εδάφη, αλλά αποδίδει καλά τόσο σε πλούσια όσο και σε μέτριας σύστασης εδάφη. Η Τσουνάτη ποικιλία ανήκει στις ελαιοποιητικές ποικιλίες. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι μπορεί να φτάσει το 25% και είναι πολύ καλής ποιότητας.

Θρουμπολιά:
Η Θρουμπολιά είναι γνωστή και με τα ονόματα Θρούμπα, Ασκούδα, Θασίτικη, Λαδολιά, Ξανθολιά, Ρεθυμνιώτικη, Χοντρολιά.
Μπορεί να καλλιεργηθεί σε υψόμετρο μέχρι 700 μέτρων. Είναι ποικιλία απαιτητική σε υγρασία και ευδοκιμεί σε βαθιά και γόνιμα εδάφη. Έχει ανάγκη από καλλιεργητικές φροντίδες για να αποδίδει. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι μπορεί να φτάσει το 28% και είναι καλής ποιότητας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς, της θρούμπας.

Θετικές οργανοληπτικές ιδιότητες του ελαιολάδου

Φρουτώδες (fruity)
Συνδυασμός γευστικό-οσφραντικών αισθήσεων (flavour), χαρακτηριστικός των λαδιών που προέρχονται από υγιείς, φρέσκες ελιές συλλεχθείσες στο βέλτιστο στάδιο ωρίμανσης. Το φρουτώδες γίνεται αντιληπτό είτε απευθείας από τη μύτη είτε από το πίσω μέρος αυτής και εξαρτάται από την ποικιλία της ελιάς.Η ιδιότητα αυτή είναι η πλέον σημαντική στην οργανοληπτική αξιολόγηση της νέας μεθόδου, διότι εάν δεν γίνει αντιληπτή το δοκιμαζόμενο ελαιόλαδο δεν θα ταξινομηθεί ως εξαιρετικό ή παρθένο.

Πικρό (Bitter)
Χαρακτηριστική γεύση ελαιολάδου που προέρχεται από πράσινες ελιές ή από ελιές που αρχίζει να αλλάζει το χρώμα τους. Μπορεί να είναι ευχάριστη ή όχι εξαρτώμενη από την ένταση. Πάντως σε ουδεμία περίπτωση θα θεωρηθεί ελάττωμα. Για το λόγο αυτό εάν η πικράδα γίνεται αντιληπτή με ένταση μεγαλύτερη από το ήμισυ της κλίμακας πρέπει να δηλώνεται στο πιστοποιητικό ανάλυσης έτσι ώστε ο ενδιαφερόμενος να το γνωρίζει και να προβεί σε κάποιες ενέργειες (π.χ ανάμειξη) αν ο καταναλωτής ζητά λιγότερο πικρό.

Πικάντικο (Pungent)
Έντονη κιναισθητική αίσθηση, χαρακτηριστική λαδιών που παράγονται στην αρχή της ελαιοκομικής περιόδου, κυρίως από ελιές που είναι ακόμη ανώριμες. Προκαλείται από την δράση των φαινολικών ουσιών στα άκρα του τριδύμου νεύρου, απλώνεται σε ολόκληρη την στοματική κοιλότητα και εξαλείφεται λίγα δευτερόλεπτα μετά την δοκιμή. Η ένταση του πικάντικου μειώνεται κατά την διάρκεια της ωρίμανσης του ελαιολάδου. Δεν πρέπει να συγχέουμε αυτή την αίσθηση του πιασίματος με εκείνη του ταγγού όπου εκεί η αίσθηση είναι πολύ ενοχλητική και διατηρείται για πολύ περισσότερο χρόνο.

search

the entire site

Welcome